Ταξίδι Δίχως Γυρισμό
Στὴν ἀδελφή μου Λούλα
Ἡ λύπη μου σμιλεύει τὸ σκαρί της
μὰ στὰ πλευρά του χάραξα “Χαρά”.
Πανιὰ θὰ βάλω μιᾶς ἀγάπης τὰ τραγούδια.
Πεθάνανε οἱ ὧρες κι εἶν’ ὡραῖο
ν’ ἀναζητᾶς τὸν κόσμο μὲς στὸν θάνατο.
Εἶμ’ ἕτοιμος. Τὰ λόγια ποὺ ἤθελες νὰ πεῖς
χαθῆκαν, ἀδελφή μου. Ἡ γῆ τῶν νικημένων εἶναι γῆ μου.
Θά ‘ρθουν ἀργὰ τὰ ξημερώματα, θὰ φτάσουν
θά ‘χεις βροχὴ στὸ μέτωπό σου ἀκόμα
στὰ μάτια σου θὰ χάνεται τὸ πλοῖο.
Τί κι ἂν μιὰ νύχτα ἀκόμα θὰ προσθέσεις
ἀφοῦ τὰ ξημερώματα θὰ φτάσουν.
Θά ‘ρθουν ἀργὰ τὰ ξημερώματα, θὰ φτάσουν
θά ‘ναι σπονδὴ τὰ δάκρυά σου μὲς στὸ κύμα
κι ἂν ξέρουν οἱ θεοὶ νὰ μετανιώνουν
σκύψε, πικρὰ ψιθύρισέ τους καὶ γιὰ μένα.
“Εἴμαστε μεῖς ἀδέλφια ἀληθινὰ καὶ θ’ ἄξιζε
πιότερο ἀπ’ ἀδελφοὶ ν’ ἀγαπηθοῦμε…”