Ο Πατηγύας
Ἐκ τῶν ἀμφὶ Κῦρον πιστῶν
“Ἡ παρὰ τὰ Κούναξα μάχη”
Ὁ Πατηγύας κοιτάζοντας τρεῖς μέρες πρὸς τὸν ἥλιο
πιστὸς στὴ γῆ, πιστὸς στὸ φῶς, πιστὸς στὸ βασιλιά του
μάταια τὸ προμάντεμα τῆς νίκης γιὰ ν’ ἀκούσει
κι ἀπ’ τὶς κοιλάδες νιώθοντας τὸν καλπασμὸ τοῦ χρόνου
δρασκέλισε μὲ τ’ ἄλογο τὴ θλίψη καὶ τὸ φόβο
κι ὅταν στὴ γῆ λυγίσανε οἱ τελευταῖες ἀσπίδες
ἔγειρε μὲ τὸ πρόσωπο πρὸς τ’ ἄστρα νικημένος…
Ἂς ἦταν νὰ ξαναφανεῖ μὲ τ’ ἄλογο ἱδρωμένο
καὶ νά ‘ναι πρὶν ἀπ’ τὴν αὐγὴ ὀρθὸς ὁ βασιλιάς του
νά ‘χει δεξιὰ τὸν ἄνεμο, πίσω του ἀνατολὴ
κι ὁ κονιορτὸς ἀπὸ βαθιὰ τὸ σάβανο νὰ ὑφαίνει
νά ‘βλεπαν πὼς ἀλλάζουνε τῶν ἀστεριῶν τὴ μοίρα
τὴ μάχη ἂν θὰ ξανάρχιζαν τὰ νικημένα χέρια.